Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2020

THINK TEEN 2 , VOCABULARY (ΠΡΟΧΩΡΗΜΈΝΟΙ)

 

THINK TEEN 2 - GLOSSARY

 

UNIT 1, LESSON 1

 

amaze(v)=surprise very much,συναρπάζω=astonish→ amazement,amazed, amazing

area (n)=a place or region περιοχή

 attractive (adj)=    beautiful ,ελκυστικόςugly

bead (n)= χάντρα

boil (v)=βράζω

care  about= φροντίζω

cause (v)=προκαλώ

clear (v)=καθαρίζω

collect (v)to gather together συλλέγω ≠ scatter  → collection, collector

contact (n) =communication with,επαφή

destroy (v) = to damage , καταστρέφω → destruction

disappear (v) =  εξαφανίζομαιappear → disappearance

disappoint (v) =απογοητεύωdisappointed, disappointment ,disappointing

drive out (v) =απομακρύνω

factory (n) =εργοστάσιο

fascinate (v) = συναρπάζω,charm → fascinated, fascinating, fascination

fig (n)= σύκο

forest (n) = δάσος, woods

frighten (v) = to cause fear; φοβίζω, scare, terrify→ fright, frightening, frightened

government (n)= κυβέρνηση

grow (v)= καλλιεργώ,cultivate, → growth

habitat (n) =φυσικό περιβάλλον

habitual (adj) =usual συνηθισμένος

huge (adj) =  very big , τεράστιος, enormous

hunt (v) = κυνηγώhunter, hunting

hut (n)=καλύβα.

include (v)=περιλαμβάνω

insect (n)=έντομο

jungle (n)=ζούγκλα

leaf (n) = φύλλο,leaves(plural)

light  lit – lit =  ανάβω φωτιά

medicine (n) =φάρμακο

method (n) =μέθοδος,manner, way

necklace (n) =περιδέραιο

nut (n) =ξηρός καρπός

plant (v) =φυτεύω

plant (n) =φυτό

pollution (n) = μόλυνσηpollute

product (n) =προϊόνproductive, to produce

provide (v) =to give, παρέχωprovision

rain forest (n)= τροπικό δάσος

raise (v)=συγκεντρώνω

recycle (v)=ανακυκλώνω.recycling

refer (v) = αναφέρομαιreference

region (n) =περιοχή

seed (n) = σπόρος

shock (v) =σοκάρωshocking

sketch (n) =σκίτσο

skin (n) =δέρμα

slash (v) =σχίζω βίαια

spear (n) =λόγχη

species (n) = είδος (ζώου ή φυτού)

specific (adj) = particular ≠ general , συγκεκριμένος

stick (n) =κλαρί

support (v) =στηρίζωneglect

surface (n) = επιφάνεια

sword (n) = σπαθί

temporary (adj) = προσωρινόςpermanent

terrible (adj) =awful. τρομερός

tough (adj) =hard  ,ανθεκτικός

tribe (n) =φυλή

unfortunately (adv) = δυστυχώςfortunately

unique (adj) = μοναδικός

vegetation (n) = βλάστηση

wild (adj) = άγριος

work out (v) = λύνω

worry (v) = ανησυχώ., → worried, worrying

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΩΣ ΠΡΟΦΕΡΕΤΑΙ Η ΚΑΤΑΛΗΞΗ -ED ?KANTE TO KOYIZ

Past tense: "-ed" pronunciation